Εθνικό Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης
Συλλογη

Η συλλογή του ΕΜΣΤ περιλαμβάνει ελληνική και διεθνή σύγχρονη τέχνη. Το Μουσείο ιδρύθηκε το 2000 και ως τώρα έχει επικεντρωθεί στην τέχνη του 21ου αιώνα. Συλλέγει ωστόσο και ελληνική τέχνη της ευρύτερης μεταπολεμικής περιόδου, μέσα από την οποία φωτίζονται τα βασικά στάδια ανάπτυξης της σύγχρονης παράδοσης εντός και εκτός της χώρας. Ο κορμός της συλλογής αποτελείται κατά κύριο λόγο από έργα εννοιολογικής τέχνης καθώς και από έργα κοινωνικοπολιτικού προσανατολισμού. Μέχρι σήμερα η συλλογή διαθέτει 1.400 έργα.
Ωστόσο, καθώς ο κόσμος της τέχνης έχει εξαπλωθεί σε όλον τον πλανήτη και τα πεδία της καλλιτεχνικής πρακτικής διευρύνονται, καθώς οι τιμές στην αγορά της σύγχρονης τέχνης εκτινάσσονται στα ύψη και τα περισσότερα μουσεία δεν διαθέτουν απεριόριστους πόρους, ανθρώπινο δυναμικό και χώρο, είναι πια αδύνατη η ανάπτυξη μιας συλλογής που θα κινείται στις πέντε ηπείρους με συνοχή και βάθος. Συνεπώς, γίνεται όλο και πιο επιτακτική η ανάγκη να αποκτήσουν τα μουσεία ως συλλεκτικοί θεσμοί πιο στοχευμένο προσανατολισμό, ώστε να αντικατοπτρίζουν πιο συγκεκριμένα τις εξελίξεις στη σύγχρονη τέχνη. Όσον αφορά το ΕΜΣΤ αυτό σημαίνει μια νέα συλλεκτική πολιτική, η οποία να συνάδει περισσότερο με τη γεωγραφική του θέση και τον γεωπολιτικό χώρο. Η πολιτική της συλλογής, μπαίνοντας στην τρίτη δεκαετία της ύπαρξης του Μουσείου, θα εστιάζει περισσότερο σε πιο λεπτομερείς θεματικές και σε πιο συγκεκριμένα γεωγραφικά και πολιτιστικά σημεία έρευνας που σχετίζονται με τη γεωπολιτική θέση της Ελλάδας. Η στρατηγική θέση της Ελλάδας στη νοτιοανατολική άκρη της Ευρώπης, στα σύνορά της με την Τουρκία και τα Βαλκάνια, πολύ κοντά στη Μέση Ανατολή και με ένα μέτωπο στραμμένο προς τη Βόρεια Αφρική, είναι μια θέση πλούσια σε αφηγηματικές δυνατότητες, γειωμένη στην πλούσια πολυπολιτισμική, ιστορική και κοινωνικοπολιτική δυναμική της Μεσογείου, της Νότιας Ευρώπης και της περιοχής που κάποτε αποκαλούνταν Λεβάντε. Το ΕΜΣΤ διαθέτει επομένως μια σειρά από μοναδικά πλεονεκτήματα, τα οποία του επιτρέπουν να γίνει ένα κορυφαίο μουσείο για την περιοχή, ικανό να πραγματευτεί την πλούσια ιστορία της και να αναδείξει το δυναμικό περιφερειακό της παρόν.
Πολλές πτυχές της περιοχής αυτής είναι terra incognita, αποτέλεσμα της ελλιπούς μελέτης της οθωμανικής περιόδου, των μακροχρόνιων συγκρούσεων που την ακολούθησαν, των γεωπολιτικών εντάσεων και της πάλης για την ηγεμονία, στο πλαίσιο μιας αντιπαράθεσης μεταξύ κυρίαρχων και περιθωριοποιημένων αφηγήσεων. Πολλές από τις ιστορίες της έχουν θαφτεί κάτω από τα ιδεολογήματα για την οικοδόμηση του έθνους, την πρόοδο και τον εκδυτικισμό. Είναι ανάγκη να βγουν στην επιφάνεια νέες αφηγήσεις, ακόμη κι εκείνες που αντικατοπτρίζουν τις ρίζες της ταραχώδους ιστορίας της ίδιας της Ελλάδας και τον κοσμοπολιτισμό της διασποράς της. Εθνικοί μύθοι πρέπει να ανασκευαστούν και μειονοτικές φωνές να ακουστούν.

Η αλήθεια είναι πως μετά την κατάρρευση της Σοβιετικής Ένωσης και του τείχους του Βερολίνου, υπήρξε σε όλη τη Δύση κάποιο ενδιαφέρον για την τέχνη των Βαλκανίων και της Ανατολικής Ευρώπης. Ήταν όμως βραχύβιο και κατακερματισμένο, προϊόν ενός πρόσκαιρου εξωτικού ενδιαφέροντος γι’ αυτόν τον ευρωπαίο «Άλλο». Στη σημερινή μάλιστα πολεμική συγκυρία φαίνεται καθαρά η μερική γνώση που έχει η Δύση για τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της περιοχής αυτής. Στο μεταξύ, στην Κεντρική και τη Νοτιοανατολική Ευρώπη, την Τουρκία, τη Μέση Ανατολή και τη Βόρεια Αφρική, η σύγχρονη τέχνη αναπτύσσεται και ανθεί. Πόλεις όπως το Κάιρο, η Κωνσταντινούπολη, η Βηρυτός και η Αθήνα έχουν ζωντανές καλλιτεχνικές σκηνές που συχνά αναπτύσσονται ανεξάρτητα από τις κρατικές δομές, και οι οποίες πρέπει να συμπεριληφθούν στον δημόσιο διάλογο για την κουλτούρα και να υποστηριχθούν. Το ΕΜΣΤ στοχεύει να αναλάβει αυτόν τον ρόλο, χτίζοντας πάνω σε καλλιτέχνες που έργα τους ήδη περιλαμβάνονται στη συλλογή του, όπως ο Kutlug Ataman, η Mona Hatoum, η Emily Jacir, η Joanna Hadjithomas και ο Khalil Joreige, καθώς και ευρύτερα σε έργα κοινωνικοπολιτικού προσανατολισμού, συνεχίζοντας μια ήδη υπάρχουσα σημαντική κατεύθυνση της συλλογής.
Έτσι, αντί να αναπτύσσει μια γενικής φύσης διεθνή «παγκοσμιοποιημένη» συλλογή, κάτι που ούτως ή άλλως θα ήταν σήμερα ανέφικτο για λόγους που αναφέρθηκαν πιο πάνω, το ΕΜΣΤ θα δώσει προτεραιότητα σε καλλιτέχνες της Μεσογείου και του Παγκόσμιου Νότου. Εξάλλου, πολλοί από αυτούς είναι στραμμένοι σε κοινωνικοπολιτικά ζητήματα που σχετίζονται με τις αλλεπάλληλες κρίσεις και την αποστέρηση που έχει βιώσει στην πολύ πρόσφατη ιστορία της η Ελλάδα – μια χώρα που ανήκει στον Νότο με όρους τόσο πολιτισμικής ευαισθησίας όσο και οικονομικών δεινών.

Εκτός από αυτόν τον ουσιαστικό γεωπολιτικό εντοπισμό, η πολιτική της συλλογής θα επαναπροσδιοριστεί και ως προς την απόκτηση έργων Ελλήνων καλλιτεχνών. Θα δοθεί έμφαση σε μια γενιά καλλιτεχνών οι οποίοι, τα χρόνια της οικονομικής κρίσης, της λιτότητας και της απουσίας δομικής υποστήριξης, είδαν τις δυνατότητες και τις προοπτικές τους να περιορίζονται δραματικά. Συμπληρωματικά, ιδιαίτερη προσοχή θα δοθεί και σε διεθνείς καλλιτέχνες που έχουν πραγματοποιήσει μακροχρόνια έρευνα στην Ελλάδα και έχουν δημιουργήσει έργα που σχετίζονται με την πρόσφατη ιστορία και τον πολιτισμό της χώρας.

Κατερίνα Γρέγου, καλλιτεχνική διευθύντρια ΕΜΣΤ


Συνεχίζοντας σε αυτό τον ιστότοπο αποδέχεστε την χρήση των cookies στη συσκευή σας όπως περιγράφεται στην Σελίδα Όροι χρήσης- Πολιτική ΑπορρήτουΑποδοχή